μπομποτάλευρο

μπομποτάλευρο
mısır unu

Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • μπομποτάλευρο — το αλεύρι από αραβόσιτο, αραβοσιτάλευρο, καλαμποκάλευρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μπομπότα + αλεύρι] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”